ζερνεκαδές
Смотреть что такое "ζερνεκαδές" в других словарях:
ζερνεκαδές — ο το άνθος και το φυτό νάρκισσος, μανουσάκι. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. zerin kadeh] … Dictionary of Greek
ζερνεκαδές — ο το άνθος και το φυτό νάρκισσος, μανουσάκι. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. zerin kadeh] … Dictionary of Greek